Σχετικά

Η φωτογραφική δραστηριότητα στα αναμορφωτικά στρατόπεδα της Μακρονήσου υπήρξε έντονη και θεαματική. Ο στρατός διέθετε τους δικούς του φωτογράφους, στους οποίους οι εξόριστοι πόζαραν φορώντας το πιο πλατύ χαμόγελό τους. Ο στόχος τους για μια φορά συνέπιπτε με εκείνον του καθεστώτος: να πείσουν τις οικογένειές τους ότι είναι ζωντανοί και υγιείς. Χιλιάδες ομαδικές φωτογραφίες στημένων φαντάρων, πολιτών, γυναικών, παιδιών. Τα χαμογελαστά πρόσωπα δεν απομάκρυναν τις υποψίες, μα προκαλούν αμηχανία σε όσους τα κοιτάζουν σήμερα, αδυνατώντας να διακρίνουν το παραμικρό πίσω από τα παγωμένα χαμόγελα.

Το Τρίτο Τάγμα Σκαπανέων της Μακρονήσου διέθετε το δικό του φωτογραφικό εργαστήριο. Ο επαγγελματίας φωτογράφος δεν έπρεπε να επεξεργαστεί μόνο ανιαρές πόζες χαμογελαστών φαντάρων, αλλά και τις εικόνες πτωμάτων και τραυματιών που τεκμηρίωναν τη σφαγή στο Πρώτο Τάγμα το 1948. Εικόνες που έπρεπε να εξαφανιστούν, όπως μαθαίνουμε από τη μαρτυρία του τότε εξόριστου συγγραφέα Λευτέρη Ραφτόπουλου (Το μήκος της νύχτας).

Διαπιστευμένοι φωτογράφοι από την Αθήνα αλλά και το εξωτερικό επισκέπτονται το νησί για να αποθανατίσουν το θαύμα της αναμόρφωσης και την ανοικοδόμηση της ελληνικής ψυχής. Η άκαμπτη συμμετρία και η σκηνοθετημένη ευφορία των εικόνων τους αποτυπώνεται σε εφημερίδες, περιοδικά, σειρές καρτ ποστάλ με λεζάντες στην ελληνική και αγγλική γλώσσα, αφίσες, έντυπα, γραμματόσημα. Η προπαγάνδα μιλά με εικόνες. Το 1949, η μεγάλη φωτογραφική έκθεση στο Ζάππειο καλεί το κοινό να επισκεφθεί τη Μακρόνησο μέσα από τα καθησυχαστικά αυτά κλισέ.

Η μαντάμ Λαμπέρ, σύζυγος του απεσταλμένου του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, τραβά τα δικά της φιλμ. Ενώ ο μεσιέ Λαμπέρ επιθεωρεί τα στρατόπεδα και την κατάσταση των εξόριστων, εκείνη ξεγλιστρά και φωτογραφίζει σε ανύποπτες στιγμές τα όσα οι αναμορφωτές δεν ήθελαν να γίνουν ορατά. Η προσέγγιση στα απομονωτήρια και τα αναρρωτήρια παρέμενε ωστόσο απαγορευμένη. Η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού διαθέτει ένα σημαντικό φωτογραφικό αρχείo από τη Μακρόνησο και τον Αη-Στράτη, το οποίο μπορεί κανείς να συμβουλευτεί στη Γενεύη.

Φωτογραφίες όμως τραβούν και οι πολιτικοί εξόριστοι, ιδίως οι οι πολιτικές εξόριστες. Στα στρατόπεδά τους, οι ογκώδεις φωτογραφικές μηχανές της εποχής εισάγονται λαθραία, κατόπιν κωδικοποιημένης αλληλογραφίας, θαμμένες σε σάκους με αλεύρι και ζάχαρη που στέλνουν οι συγγενείς. Τα φιλμ τραβιούνται από κρυψώνες και εξάγονται σε διπλούς πάτους βαλιτσών. Η φωτογραφική ομάδα που οι εξόριστοι είχαν φτιάξει στον Εύδηλο της Ικαρίας, αναλαμβάνει δράση και αποτυπώνει στο φιλμ το Στρατόπεδο Πειθαρχημένης Διαβίωσης Ιδιωτών στο βόρειο τμήμα του νησιού (Αη-Γιώργης-Τρισανέμι). Κάποιες εξόριστες εκμεταλλεύονται το ότι δεν γίνεται σωματικός έλεγχος στις γυναίκες για να κρύβουν τις φωτογραφικές μηχανές στα μακριά φουστάνια τους. Τα παράνομα, βιαστικά τραβηγμένα στιγμιότυπα, από τα οποία ελάχιστα διασώζονται, είναι οι μόνες πραγματικές οπτικές αποτυπώσεις της μακρονησιώτικης καθημερινότητας που διαθέτουμε. Σε αυτά, βλέπουμε τις σκηνές, τα συρματοπλέγματα, τη σκληρή δουλειά, την ανέχεια και την εξαθλίωση.

Πολλές από τις φωτογραφίες της Μακρονήσου χάθηκαν, φθάρηκαν ανεπανόρθωτα στο πέρασμα από τη μια εξορία στην άλλη, στο πέρασμα των διωγμών και των χρόνων. Τη δεκαετία του ’60, ο Νίκος Μάργαρης συνθέτει την πρώτη «Ιστορία της Μακρονήσου» (εκδόσεις Δωρικός, Αθήνα, 1966) και ζητά μέσω αγγελίας σε εφημερίδα να του αποσταλούν φωτογραφικά τεκμήρια και πληροφορίες. Οι πρώην εξόριστοι και οι οικογένειές τους στέλνουν μαζικά τις φωτογραφίες τους στον Νίκο Μάργαρη, ο οποίος αρχειοθετεί μεθοδικά αντίγραφά τους και ερευνά προκειμένου να ταυτοποιήσει πρόσωπα, κτίρια, ημερομηνίες, γεγονότα. Το φωτογραφικό αρχείο του Νίκου Μάργαρη βρίσκεται σήμερα στα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ). Πολλές ακόμη φωτογραφίες συγκεντρώθηκαν από τους ίδιους τους εξόριστους στα αρχεία του Μουσείου Μακρονήσου και του Μουσείου Πολιτικών Εξόριστων Αη-Στράτη, ενώ άλλες παρέμειναν σε ιδιωτικές συλλογές που εκτίθενται σε εκδηλώσεις μνήμης (όπως η συλλογή της Νίτσας Γαβριηλίδου).